Η διδασκαλία Αγγλικών (και γενικότερα ξένων γλωσσών) για παιδιά δίγλωσσα, για παιδιά που βρίσκονται στο φάσμα του αυτισμού ή παιδιά που έχουν διαγνωστεί με μαθησιακές δυσκολίες αποτελεί ένα ιδιαίτερο κομμάτι του κέντρου μας που το αντιμετωπίζουμε με πολλή αγάπη, επιστημονική κατάρτιση και επαγγελματισμό.
Τα αγγλικά είναι μία μη φωνολογική γλώσσα (άλλα ακούμε, άλλα διαβάζουμε, άλλα γράφουμε). Πολύπλοκη για άτομα με ειδικές μαθησιακές ανάγκες και δυσκολίες μάθησης, απαιτείται λοιπόν μια ολοκληρωμένη ψυχοπαιδαγωγική υποστήριξη. Ώστε να πετύχουμε σωστά αποτελέσματα. Συχνά οι γονείς των παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες αναρωτιούνται, εάν είναι εφικτή η προσέγγιση των αγγλικών. Ένα παιδί με μαθησιακές δυσκολίες είναι δυνατό να αντιμετωπίζει τις ίδιες δυσκολίες στην αγγλική γλώσσα, όπως και στη μητρική του. Συγκεκριμένα, οι μικρές ή οι μεγάλες δυσκολίες των παιδιών στη γραμματική και στο συντακτικό της μητρικής γλώσσας ενδέχεται να εμφανιστούν και στα αγγλικά.
Σύμφωνα με μελέτες τα Αγγλικά είναι η πιο δύσκολη γλώσσα για τα άτομα με δυσλεξία. Αυτό συμβαίνει κυρίως γιατί η αγγλική γλώσσα είναι μια μη φωνητική γλώσσα (άλλα διαβάζουμε και άλλα γράφουμε), έχει 26 γράμματα με 44 ήχους, χαρακτηρίζεται ως αδιαφανής λόγω του ότι δε διδάσκονται οι ορθογραφικοί και φωνολογικοί της κανόνες ενώ θα έπρεπε και έχει γραφήματα με καθρεπτικές διαφορές και ομοιότητες ( b, d, p, q, g) που δυσκολεύουν πολύ τα άτομα με δυσλεξία τόσο στην ανάγνωση όσο και στην γραφή.
Σε σχέση με την ελληνική γλώσσα που είναι φωνητική, τα λάθη που παρουσιάζουν οι μαθητές με δυσλεξία διαφέρουν. Στην μεν ελληνική τα λάθη είναι γραμματικά, ενώ στην αγγλική τα λάθη είναι κυρίως φωνολογικά.
Σύμφωνα με έρευνες λοιπόν το μάθημα στα αγγλικά πρέπει απαραίτητα να προσαρμόζεται στις ανάγκες, τα ενδιαφέροντα, τις ικανότητες, το μαθησιακό στυλ (learning style) και την μαθησιακή ετοιμότητα του κάθε παιδιού, όπως ορίζουν οι βασικές αρχές της τεχνικής της διαφοροποιημένης διδασκαλίας που χρησιμοποιείτε σε ποιοτικούς χώρους παγκοσμίως.
Για τους παραπάνω λόγους, είναι αυτονόητο ότι η αγγλική ως ξένη γλώσσα μπορεί να διδαχτεί αποτελεσματικά σε μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες από καθηγητές αγγλικών με εξειδίκευση ή επιμόρφωση στις ειδικές μαθησιακές ανάγκες.
Επιπλέoν, ο «πολυαισθητηριακός» τρόπος διδασκαλίας βοηθά πολύ και είναι απαραίτητος στην εκμάθηση της ξένης γλώσσας σε παιδιά με δυσλεξία και άλλες ειδικές μαθησιακές ανάγκες (ΕΜΑ) ενώ ταυτόχρονα είναι ευεργετικός για όλους τους μαθητές της τάξης.
Ο εκπαιδευτικός εκτός από τη λεκτική διδασκαλία πρέπει να χρησιμοποιεί χρώμα, εικόνα, ήχο, αφή και σώμα σε μια προσπάθεια παρουσίασης του μαθήματος (γραμματική, λεξιλόγιο, συντακτικό) με βιωματικό «ζωντανό» τρόπο, διότι όταν διδάσκει μόνο με λεκτικές οδηγίες όλα περνάνε πολύ «άτονα» στη αντίληψη του μαθητή με δυσλεξία, με αποτέλεσμα να χάνει το ενδιαφέρον του, να αποθαρρύνεται και να μειώνετε πολύ η επίδοση του. Πρέπει να είναι ξεκάθαρο λοιπόν ότι μόνο ότι μπορέσει να βιώσει και να αισθανθεί ο μαθητής με ΜΔ, θα καταφέρει τελικά να κατανοήσει και να μάθει.
Σε αυτή την προσπάθεια βοηθά πολύ η χρήση διαδραστικών πινάκων, η χρήση υλικού όπως πλαστελίνη και ελαστικά αντικείμενα που μπορούν να παίρνουν διάφορες μορφές και να οπτικοποιούν αφηρημένες έννοιες, η χρήση συγκεκριμένων βιβλίων και υλικού που βοηθούν στη διδασκαλίας της αγγλικής σε παιδιά με ΜΔ. Καθώς επίσης η χρήση της κίνησης του σώματος και της αφής ως υποστηρικτικό μέσο ενδυνάμωσης κάθε γλωσσικής πληροφορίας.
Αν και οι δυσκολίες στο μαθησιακό τομέα είναι ποικίλες δεν έχουν όλα τα παιδιά τις ίδιες δυσκολίες ούτε είναι απαραίτητο ένα παιδί να εμφανίζει όλα τα χαρακτηριστικά συμπτώματα. Μερικά από τα γνωρίσματα που παρουσιάζουν τα παιδιά με μαθησιακές ανάγκες κατά την εκμάθηση των Αγγλικών αναφέρονται και παρακάτω.